ἁλησίου

ἁλησίου
ἀλησίου , ἀλήσιον
truce
neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Ἀλησίου — Ἀλήσιος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀλησίου — ἀλήσιον truce neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μελαγγεία — Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Μικρή πόλη στη Μαντινεία της Αρκαδίας. Βρισκόταν στον δρόμο από το Άργος Μαντινείας προς τους πρόποδες του Αλησίου όρους. Τα M. ήταν γνωστά για τις πηγές τους και ταυτίζονται με τη σημερινή τοποθεσία Πικέρνι. 2. Οχυρή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”